Greek Meaning of fal-lal

φλυαρία

Other Greek words related to φλυαρία

Definitions and Meaning of fal-lal in English

fal-lal

a fancy ornament especially in dress

FAQs About the word fal-lal

φλυαρία

a fancy ornament especially in dress

ρούχα,εραλδική,κακά,Εραλδική,βελτίωση,Εμπλουτισμός,φιλιγκράν,στολίδι,Βολάν,ακμάζω

ατέλεια,παραμόρφωση,ουλή,κουκκίδα,Κηλίδα,βανδαλισμός,κηλίδα

fallaciously => ψευδεπίγραφα, fall(s) => πτώση, fall short (of) => κάτω, fall on one's face => πέφτω με τα μούτρα, fall in with => συμφωνώ με,