Greek Meaning of evolvement

εξέλιξη

Other Greek words related to εξέλιξη

Definitions and Meaning of evolvement in English

Webster

evolvement (n.)

The act of evolving, or the state of being evolved; evolution.

FAQs About the word evolvement

εξέλιξη

The act of evolving, or the state of being evolved; evolution.

εξέλιξη,επέκταση,ωριμότητα,μαλάκωμα,ανθισμένος, -η, -ο,Ενηλικίωση,ανάπτυξη,ακμάζων,ανθοφορία,ανάπτυξη

παρακμή,παρακμή,σαπισμένο,κλίση,πτώση,μειούμενη,εκφυλισμός,κατάβαση,επιδείνωση,θάνατος

evolved => εξελιγμένος, evolve => εξελίσσομαι, evolutionist => εξελικτικός, evolutionism => εξελικτισμός, evolutionary trend => Εξελικτική τάση,