Greek Meaning of escaper

δραπέτης

Other Greek words related to δραπέτης

Definitions and Meaning of escaper in English

Webster

escaper (n.)

One who escapes.

FAQs About the word escaper

δραπέτης

One who escapes.

λιποτάκτης,Μετανάστης,Εξορία,ομογενής,πρόσφυγας,τουρίστας,Επισκέπτης,εξωγήινος,Απομακρυσμένοι κάτοικοι,ξένος

κάτοικος,κάτοικος,κάτοικος,κάτοικος,κάτοικος,κάτοικος,ενοικιαστής,συμβιών ,κατοικώ,κάτοικος

escapement => Διαφυγή, escapee => Δραπέτης, escaped => δραπέτευσε, escape wheel => τροχός διαφυγής, escape velocity => Ταχύτητα διαφυγής,