Greek Meaning of emasculator
μαχαίρι ευνουχισμού
Other Greek words related to μαχαίρι ευνουχισμού
- φοβίζω
- εκφοβίζω
- παραλύω
- Φοβίζω
- Τρομάζω
- εξασθενίζω
- απογοήτευω
- αποθαρρύνω
- αποδυναμώνω
- ουδέτερος
- αναίρεση
- αποαρρενωποιώ
- ανησυχώ
- αναστατώνω
- εξασθενώ
- εκφοβίζω
- αναστατώνω
- Αποθαρρύνω
- Απογοήτευση
- αποθαρρύνω
- ενοχλώ
- εξασθενίζω
- φάση
- Διαταράσσω
- προσκυνημένος
- ψυχολογικό (έξω)
- χυμός
- μαλακώνω
- ελαστικό
- ανισορροπία
- βγάζω από τις άρρηκτες
- χαλαρώνω
- αναστατωμένος
- Απορρίματα
Nearest Words of emasculator
- emasculating => ευνουχιστικός
- emasculated => ευνουχισμένος
- emargination => εσοχή
- emarginately => ελαφρώς ξεφτισμένος
- emarginated => εντομή
- emarginate leaf => Φύλλο με κοίλωμα
- emarginate => εγκοπτόμενο
- emanuel swedenborg => Εμάνουελ Σβέντενμποργκ
- emanuel svedberg => Εμμανουήλ Σβέντενμποργκ
- emancipist => ελευθερωτικός
Definitions and Meaning of emasculator in English
emasculator (n.)
One who, or that which, emasculates.
FAQs About the word emasculator
μαχαίρι ευνουχισμού
One who, or that which, emasculates.
φοβίζω,εκφοβίζω,παραλύω,Φοβίζω,Τρομάζω,εξασθενίζω,απογοήτευω,αποθαρρύνω,αποδυναμώνω,ουδέτερος
νεύρο,ενισχύω,ενθαρρύνω,οχυρώνω,ενθαρρύνω,ενθαρρύνω
emasculating => ευνουχιστικός, emasculated => ευνουχισμένος, emargination => εσοχή, emarginately => ελαφρώς ξεφτισμένος, emarginated => εντομή,