FAQs About the word embalmer

ταριχευτής

a mortician who treats corpses with preservativesOne who embalms.

νεκροθάφτης,τελετάρχης κηδείας,νεκροθάφτης

No antonyms found.

embalmed => ταριχευμένο, embalm => ταριχεύω, emball => Συσκευασία, embale => συσκευάζω, embace => αγκαλιά,