FAQs About the word embarge

εμπάργκο

To put in a barge.

No synonyms found.

No antonyms found.

embarcation => Επιβίβαση, embar => ντροπή, embankment => αντιστήριγμα, embanking => επιχωμάτωση, embanked => επιχωματωμένος,