Greek Meaning of dreamful

ονειρικός

Other Greek words related to ονειρικός

Definitions and Meaning of dreamful in English

Webster

dreamful (a.)

Full of dreams.

FAQs About the word dreamful

ονειρικός

Full of dreams.

Ονειροπόληση,φαντασία,ψευδαίσθηση,Όραμα,κάστρο στην Ισπανία,Κάστρο στον αέρα,χίμαιρα,Παραίσθηση,φάντασμα,φαντασία

γεγονός,πραγματικότητα,πραγματικότητα

dreamer => ονειροπόλος, dreamed => ονειρεύτηκα, dream up => ονειρεύομαι, dream => όνειρο, dreadnought => Ντρεντνωτ,