Greek Meaning of drawing in
η διάταξη του
Other Greek words related to η διάταξη του
- προηγούμενες
- πειθώ
- δελεάζοντας
- γοητευτικός
- δόλωμα
- προδοτικός
- δέλεαρ
- δελεαστικός
- δελεάζοντας
- δελεαστικός
- Χιόνι
- αιτώντας
- δελεαστικός
- παγίδευση
- δελεαστικός
- γοητευτικός
- συναρπαστικός
- αλίευση
- γοητευτικός
- μαγευτικός
- Εμπλοκή
- Ελκυστικό
- σαγηνευτικός
- συναρπαστικός
- εμπλέκοντας
- μαγνητίζωντας
- αλληλοεμπλοκή
- λαθροθηρία
- μπερδέματος
Nearest Words of drawing in
Definitions and Meaning of drawing in in English
drawing in
to cause or entice to enter or participate, to draw to an end, to shorten seasonally, to become more cautious or economical, to sketch roughly
FAQs About the word drawing in
η διάταξη του
to cause or entice to enter or participate, to draw to an end, to shorten seasonally, to become more cautious or economical, to sketch roughly
προηγούμενες,πειθώ,δελεάζοντας,γοητευτικός,δόλωμα,προδοτικός,δέλεαρ,δελεαστικός,δελεάζοντας,δελεαστικός
ειδοποίηση,οδήγηση (μακριά ή έξω από),στρέφοντας την πλάτη,αποτροπή (από),προειδοποίηση,προειδοποιώντας,προειδοποίηση
drawing down => Σχέδιο, drawing boards => σανίδες σχεδίου, drawing a conclusion => συμπέρασμα, drawing (off) => σχέδιο (εκτός), drawbacks => μειονεκτήματα,