Greek Meaning of draws (off)

κληρώνει (εκτός)

Other Greek words related to κληρώνει (εκτός)

Definitions and Meaning of draws (off) in English

draws (off)

to move apart or ahead, remove, withdraw

FAQs About the word draws (off)

κληρώνει (εκτός)

to move apart or ahead, remove, withdraw

αποχέτευση,αιμορραγεί,καθαρίζει,προσχέδια,άδειο,εκκενώνει,βρύσες,καθαρίζει,εξαντλεί,εξατμίσεις

γεμίζει,νερά,κάνει μπάνιο,ρίχνει,εντοπίζει,ποτίζει,πνίγεται,πλημμύρες,πλημμυρίζει,Ξεχειλίζω

draws => σχεδιάζει, drawn on => σχεδιασμένο σε, drawings => σχέδια, drawing upon => αντλώντας από, drawing up => σχέδιο,