Greek Meaning of disaffiliation

αποχώρηση

Other Greek words related to αποχώρηση

Definitions and Meaning of disaffiliation in English

disaffiliation

disassociate, to terminate an affiliation

FAQs About the word disaffiliation

αποχώρηση

disassociate, to terminate an affiliation

χωρισμός,αποσύνδεση,διάλυση,αποξένωση,διχόνοια,Διαζύγιο,Αποχωρισμός,αποζημίωση απόλυσης,διαχωρίζω,τμήμα

διασύνδεση,συμμαχία,ένωση,συνεργασία,ομοσπονδία,σύνδεση,συνεργασία,Σύνδεσμος,εταιρική σχέση,σχέση

disaffiliating => μη συνδεδεμένον, disaffiliated => μη συνδεδεμένος, disaffiliate => διαγραφώ, disadvantages => μειονεκτήματα, disaccustomed => ασυνήθιστος,