FAQs About the word depended

εξαρτώμενος

of Depend

με βάση,καθιερωμένος,ιδρύθηκε,κρεμασμένος,αρθρωτός,κρεμασμένος (κρεμασμένη),ξεκούραστος,rode,στρεμμένος,προσγειωμένος-η

αμφισβητήθηκε,ύποπτος,Αναξιόπιστος,αμφέβαλλε

dependant upon => εξαρτώμενος από, dependant on => εξαρτώμενος από, dependant => Εξαρτώμενος, dependancy => εξάρτηση, dependance => εξάρτηση,