Greek Meaning of depended
εξαρτώμενος
Other Greek words related to εξαρτώμενος
Nearest Words of depended
Definitions and Meaning of depended in English
depended (imp. & p. p.)
of Depend
FAQs About the word depended
εξαρτώμενος
of Depend
με βάση,καθιερωμένος,ιδρύθηκε,κρεμασμένος,αρθρωτός,κρεμασμένος (κρεμασμένη),ξεκούραστος,rode,στρεμμένος,προσγειωμένος-η
αμφισβητήθηκε,ύποπτος,Αναξιόπιστος,αμφέβαλλε
dependant upon => εξαρτώμενος από, dependant on => εξαρτώμενος από, dependant => Εξαρτώμενος, dependancy => εξάρτηση, dependance => εξάρτηση,