FAQs About the word hinged

αρθρωτός

of Hinge, Furnished with hinges.

εξαρτώμενος,με βάση,κρεμασμένος,κρεμασμένος (κρεμασμένη),rode,στρεμμένος,καθιερωμένος,ιδρύθηκε,προσγειωμένος-η,ξεκούραστος

No antonyms found.

hinge upon => εξαρτάται από, hinge on => εξαρτώνται από, hinge joint => Σύζευξη, hinge => μεντεσές, hine => χέννα (chénna),