Greek Meaning of cumbersomeness
δυσκολία
Other Greek words related to δυσκολία
Nearest Words of cumbersomeness
Definitions and Meaning of cumbersomeness in English
cumbersomeness (n)
trouble in carrying or managing caused by bulk or shape
FAQs About the word cumbersomeness
δυσκολία
trouble in carrying or managing caused by bulk or shape
αβερντουπουά,όγκος,βαρύτητα,μαζικότητα,βαρύτητα,στερεότητα,ουσιαστικότητα,βάρος,χύμα,βάρος
Λιχουδιά,ελαφρότητα,Ανέβαρυτητα,ελαφρότητα,αιθερώδης,ευθραυστότητα,Ασημαντότητα,λεπτότητα,Αιθέρια,χνουδωτότητα
cumbersome => δυσκίνητος, cumberland river => Ποταμός Κάμπερλαντ, cumberland plateau => Οροπέδιο Κάμπερλαντ, cumberland mountains => Όρη Cumberland, cumberland gap => Φαράγγι Cumberland,