FAQs About the word ethereality

αιθερώδης

The state of being ethereal; etherealness.

ελαφρότητα,Αιθέρια,ελαφρότητα,Ανέβαρυτητα,Λιχουδιά,Ασημαντότητα,λεπτότητα,ευθραυστότητα,χνουδωτότητα

βαρύτητα,μαζικότητα,βαρύτητα,στερεότητα,βάρος,βάρος,Στερεότητα,ουσιαστικότητα

etherealism => αιθέρια, ethereal => αιθέριος , ether => Αιθέρας, etheostomoid => εθεοστομοειδής, ethenyl => αιθενύλιο,