Greek Meaning of conscientiousness
συνειδητότητα
Other Greek words related to συνειδητότητα
- προσοχή
- φροντίδα
- προσοχή
- σχολαστικότητα
- ακρίβεια
- σχολαστικότητα
- εγρήγορση
- εγγύτητα
- συγκέντρωση
- προσπάθεια
- Εστίαση
- Προσέχω
- Προσοχή
- σχολαστικότητα
- Ενσυνειδητότητα
- τήρηση
- παρατήρηση
- πόνοι
- εγρήγορση
- επαγρύπνηση
- ειδοποίηση
- Εγρήγορση
- ενοχλώ
- συνέπεια χρέους
- ακρίβεια
- αμεμψία
- επιμελής
- Ιδιαιτερότητα
- σχολαστικότητα
- ευθύνη
- πρόβλημα
Nearest Words of conscientiousness
- conscientiously => συνειδητά
- conscientious objector => Αρνητής στράτευσης
- conscientious => συνειδητός
- conscience-smitten => Ενοχές
- conscienceless => χωρίς συνείδηση
- conscience money => χρήματα ενοχής
- conscience => Συνείδηση
- consanguinity => συγγένεια εξ αίματος
- consanguineous => ομόζυγος
- consanguineal => συγγενικός
Definitions and Meaning of conscientiousness in English
conscientiousness (n)
the quality of being in accord with the dictates of conscience
the trait of being painstaking and careful
FAQs About the word conscientiousness
συνειδητότητα
the quality of being in accord with the dictates of conscience, the trait of being painstaking and careful
προσοχή,φροντίδα,προσοχή,σχολαστικότητα,ακρίβεια,σχολαστικότητα,εγρήγορση,εγγύτητα,συγκέντρωση,προσπάθεια
απροσεξία,απροσεξía,απροσεξία,αμέλεια,απροσεξία,ακούσια,παράλειψη
conscientiously => συνειδητά, conscientious objector => Αρνητής στράτευσης, conscientious => συνειδητός, conscience-smitten => Ενοχές, conscienceless => χωρίς συνείδηση,