Greek Meaning of communicable
μεταδοτικός
Other Greek words related to μεταδοτικός
Nearest Words of communicable
- communicable disease => Μεταδιδόμενη ασθένεια
- communicant => κοινωνός
- communicate => επικοινωνώ
- communicating => επικοινωνία
- communicating artery => Επικοινωνούσα αρτηρία
- communication => επικοινωνία
- communication channel => κανάλι επικοινωνίας
- communication equipment => Εξοπλισμός επικοινωνίας
- communication system => Σύστημα επικοινωνίας
- communication theory => Θεωρία επικοινωνίας
Definitions and Meaning of communicable in English
communicable (s)
(of disease) capable of being transmitted by infection
readily communicated
FAQs About the word communicable
μεταδοτικός
(of disease) capable of being transmitted by infection, readily communicated
μεταδοτικός,μολυσματικός,μεταδοτικός,αλίευση,μεταδοτικός,μεταδοτικός,λοιμώδης
μη μεταδοτικός,μη μολυσματικός
commune => κοινότητα, communally => κοινοτικά, communalize => Κοινοτικοποιώ, communalism => Κοινοτισμός, communalise => κομουνιστής,