Greek Meaning of collective security
Συλλογική ασφάλεια
Other Greek words related to Συλλογική ασφάλεια
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of collective security
- collective noun => Ομαδικό ουσιαστικό
- collective farm => κολχόζ
- collective bargaining => Συλλογικές διαπραγματεύσεις
- collective agreement => Συλλογική συμφωνία
- collective => συλλογικός
- collection plate => δίσκος προσφορών
- collection => συλλογή
- collecting => συλλογή
- collectible => Συλλεκτικό αντικείμενο
- collectedly => συλλογικά
- collectively => συλλογικά
- collectivisation => Συλλογικοποίηση
- collectivise => συλλογικοποιώ
- collectivised => συλλογικοποιημένος
- collectivism => συλλογικότητα
- collectivist => κολλεκτιβιστικός
- collectivistic => συλλογικιστικός
- collectivity => συλλογικότητα
- collectivization => κολεκτιβοποίηση
- collectivize => συλλογικοποιώ
Definitions and Meaning of collective security in English
collective security (n)
a system for international peace
FAQs About the word collective security
Συλλογική ασφάλεια
a system for international peace
No synonyms found.
No antonyms found.
collective noun => Ομαδικό ουσιαστικό, collective farm => κολχόζ, collective bargaining => Συλλογικές διαπραγματεύσεις, collective agreement => Συλλογική συμφωνία, collective => συλλογικός,