Greek Meaning of co-published
Συν-δημοσιευμένο
Other Greek words related to Συν-δημοσιευμένο
Nearest Words of co-published
Definitions and Meaning of co-published in English
co-published
to publish (something) jointly
FAQs About the word co-published
Συν-δημοσιευμένο
to publish (something) jointly
εκδόθηκε,εκτυπωμένο,δημοσιευμένα,συνεισέφερε,<br> επεξεργασμένο<br>,βγήκε έξω,σβήνω,επανεκδόθηκε,επανεκτυπωμένο,Επανεκδόθηκε
καταπιεσμένη,λογοκριμένος
copublished => Συν-εκδοθεί, copublish => Συνεκδίδω, copter => ελικόπτερο, copses => Πτώματα, cops => αστυνομικοί,