Greek Meaning of co-occurrence
co-occurrence
Other Greek words related to co-occurrence
- σύμπτωση
- τύχη
- περιστατικό
- Εμφάνιση
- Φαινόμενο
- περιπέτεια
- υπόθεση
- περίσταση
- επεισόδιο
- γεγονός
- εμπειρία
- τέρας
- χαπ
- τι συμβαίνει
- ορόσημο
- ορόσημο
- περίσταση
- σελίδα
- Χρόνος
- σημείο καμπής
- ατύχημα
- επίτευγμα
- κρίση
- πράξη
- έκτακτη ανάγκη
- εκμεταλλεύομαι
- κατόρθωμα
- τυχαία
- σύμπτωση
- χρονική στιγμή
- Ορόσημο
- ειδήσεις
- πράγμα
- νέα
Nearest Words of co-occurrence
Definitions and Meaning of co-occurrence in English
co-occurrence (n)
an event or situation that happens at the same time as or in connection with another
the temporal property of two things happening at the same time
FAQs About the word co-occurrence
Definition not available
an event or situation that happens at the same time as or in connection with another, the temporal property of two things happening at the same time
σύμπτωση,τύχη,περιστατικό,Εμφάνιση,Φαινόμενο,περιπέτεια,υπόθεση,περίσταση,επεισόδιο,γεγονός
No antonyms found.
co-occur with => συνυπάρχουν με, cooccur with => συνυπάρχει με, co-occur => συνυπάρχουν, cooccur => συνόδευση, coo => γουργούρισμα,