FAQs About the word closing (down)

κλείσιμο (κλείσιμο)

κλείσιμο,κλείσιμο,κλείνοντας,σταδιακή κατάργηση,κατάσβεση,δίπλωμα,καταστολή,σιωπηρή,κατασταλτικός,απενεργοποιώ

αρχή,κτίριο,άνοιγμα,επεκτεινόμενος

close-ups => κοντινές λήψεις, close-up => Κοντινό πλάνο, closets => ερμάρια, closeted => Κλειστό, closes (down) => Κλείνει (κάτω),