Greek Meaning of churchless

άκληρος

Other Greek words related to άκληρος

Definitions and Meaning of churchless in English

Webster

churchless (a.)

Without a church.

FAQs About the word churchless

άκληρος

Without a church.

Άθεος,αδιάφορος προς τη θρησκεία,μη θρησκευόμενος,ειδωλολάτρης,άθρησκος,Άθρησκος,αγνωστικιστής,αθεϊστικός,άθεος,Βλάσφημος

ευλαβής,ευσεβής,άγιος,ευσεβής,θρησκευτικός,θεοσεβής,προσευχητικός,ευλαβικός,ιερός,άγιος

churchism => Εκκλησιαστικότητα, churching => Εκκλησιασμός, churchillian => τσώρτσιλιαν, churchill downs => Churchill Downs, churchill => Τσώρτσιλ,