Greek Meaning of unconsecrated
αμύητος
Other Greek words related to αμύητος
Nearest Words of unconsecrated
- unconsecrate => αποϊερώ
- unconsciousness => Απώλεια συνείδησης
- unconsciously => ασυνείδητα
- unconscious process => ασυνείδητη διαδικασία
- unconscious mind => Υποσυνείδητο
- unconscious => Αναίσθητος
- unconscionable => ανήθικος
- unconscientiousness => ασυνειδησία
- unconscientious => ανεύθυνος
- unconquered => ακατάκτητος
Definitions and Meaning of unconsecrated in English
unconsecrated (s)
not holy because unconsecrated or impure or defiled
FAQs About the word unconsecrated
αμύητος
not holy because unconsecrated or impure or defiled
ειδωλολάτρης,κοσμικός,ασεβής,ακάθαρτος,άγιος,αγνωστικιστής,αθεϊστικός,άθεος,Βλάσφημος,Άθεος
ευλαβής,άγιος,ευσεβής,θρησκευτικός,ευλαβικός,αφιερωμένος,ευσεβής,ιερός,προσευχητικός,ιερός
unconsecrate => αποϊερώ, unconsciousness => Απώλεια συνείδησης, unconsciously => ασυνείδητα, unconscious process => ασυνείδητη διαδικασία, unconscious mind => Υποσυνείδητο,