Greek Meaning of unconsciousness

Απώλεια συνείδησης

Other Greek words related to Απώλεια συνείδησης

Definitions and Meaning of unconsciousness in English

Wordnet

unconsciousness (n)

a state lacking normal awareness of the self or environment

FAQs About the word unconsciousness

Απώλεια συνείδησης

a state lacking normal awareness of the self or environment

λήθη,Άγνοια,αναλγησία,Άγνοια,λήθη,Άγνοια,έλλειψη εξοικείωσης,απορρόφηση,αφαίρεση,αμνησία

Συνείδηση,μνήμη,Ανάμνηση,συνείδηση,ανάκληση,ανάμνηση,εγρήγορση,επίγνωση

unconsciously => ασυνείδητα, unconscious process => ασυνείδητη διαδικασία, unconscious mind => Υποσυνείδητο, unconscious => Αναίσθητος, unconscionable => ανήθικος,