Greek Meaning of heretical
αιρετικός
Other Greek words related to αιρετικός
Nearest Words of heretical
Definitions and Meaning of heretical in English
heretical (s)
characterized by departure from accepted beliefs or standards
heretical (a.)
Containing heresy; of the nature of, or characterized by, heresy.
FAQs About the word heretical
αιρετικός
characterized by departure from accepted beliefs or standardsContaining heresy; of the nature of, or characterized by, heresy.
διαφωνούντας,διαφωνούντας,παράλογος,μη συμβατικό,ετερόδοξος,εικονοκλαστικός,αντικομφορμιστής,nonkonformistas,σεκταριστικός,ανορθόδοξος
συμβατικός,ορθόδοξος,συμμορφούμενος,συμμορφωμένος
heretic => αιρετικός, heresiography => αιρεσιαρχολογία, heresiographer => αιρεσιογράφος, heresies => αιρέσεις, heresiarchy => αρχιαιρετικός,