Greek Meaning of chalky
Κρητώδης
Other Greek words related to Κρητώδης
- χλωμός
- σταχτί
- ξεθωριασμένος
- Τον ποντικό
- χλωμός
- χλωμός
- αμμώδης
- λευκό
- υπόλευκος
- αχρωματικός
- σοκολάτα
- Άχρωμο
- βαρετό
- δουν
- γκρι
- γκριζωπός
- γκρί
- Χλωμό
- ποντίκι
- ουδέτερος
- λυπημένος
- καφεκίτρινο
- ασημί
- ξεθωριασμένος
- Μάρμαρο
- δασύμαλλος
- Γκριζαρισμένος
- πάχνη
- πολιός
- μολυβένιος
- Καλάι
- ασήμι
- Πλάκα
- σχιστολιθικός
- σχιστολιθικός
- χαλύβδινος
Nearest Words of chalky
Definitions and Meaning of chalky in English
chalky (a)
composed of or containing or resembling calcium carbonate or calcite or chalk
chalky (s)
of something having the color of chalk
chalky (a.)
Consisting of, or resembling, chalk; containing chalk; as, a chalky cliff; a chalky taste.
FAQs About the word chalky
Κρητώδης
composed of or containing or resembling calcium carbonate or calcite or chalk, of something having the color of chalkConsisting of, or resembling, chalk; contai
χλωμός,σταχτί,ξεθωριασμένος,Τον ποντικό,χλωμός,χλωμός,αμμώδης,λευκό,υπόλευκος,αχρωματικός
φωτεινό,έγχρωμος,βαθύς,ομοφυλόφιλος,πλούσιος,χρωματικός,πολύχρωμο,πολύχρωμος,ποικιλόχρωμος,ποικίλος
chalkstone => Κιμωλία, chalkpit => Κρεατόπετρα, chalking => κιμωλία, chalkiness => κιμωλία, chalked => Γραμμένο με κιμωλία,