Greek Meaning of building block
δομικός λίθος
Other Greek words related to δομικός λίθος
Nearest Words of building block
- building code => κανονισμός δόμησης
- building complex => συγκρότημα κτισμάτων
- building department => Τμήμα Δόμησης
- building material => οικοδομικό υλικό
- building permit => άδεια οικοδομής
- building site => Εργοτάξιο
- building society => εταιρεία ακινήτων
- building supply house => Κατάστημα οικοδομικών υλικών
- building supply store => Κατάστημα δομικών υλικών
- buildup => Συγκέντρωση
Definitions and Meaning of building block in English
building block (n)
a single undivided natural thing occurring in the composition of something else
a block of material used in construction work
FAQs About the word building block
δομικός λίθος
a single undivided natural thing occurring in the composition of something else, a block of material used in construction work
συνιστώσα,Στοιχείο,παράγοντας,συστατικό,μέλος,βάση,συστατικό,πτυχή,χαρακτηριστικός,λεπτομέρεια
σύνολο,σύνθετος,σύνθετο,μάζα,άθροισμα,συνολικό,ολόκληρος,μίγμα,συνδυασμός,σύνολο
building => κτίριο, builder => κατασκευαστής, builded => χτισμένο, build upon => βασίζω, build up => χτίζω,