Greek Meaning of breath of fresh air
Μια ανάσα καθαρού αέρα
Other Greek words related to Μια ανάσα καθαρού αέρα
Nearest Words of breath of fresh air
- breathable => αναπνεύσιμος
- breathableness => διαπνοή
- breathalyse => έλεγχος στάθμης αλκοόλ σε εκπνεόμενο αέρα
- breathalyser => αλκοολόμετρο
- breathalyze => Ανάλυση αλκοόλης εκπνεόμενου αέρα
- breathalyzer => Οινοπνευματομετρητής
- breathe => αναπνέω
- breathe in => εισπνέω
- breathe out => εκπνοή
- breathed => ανέπνεε
Definitions and Meaning of breath of fresh air in English
breath of fresh air (n)
a welcome relief
FAQs About the word breath of fresh air
Μια ανάσα καθαρού αέρα
a welcome relief
Σπάω,γαλήνη,παύση,ανάσα,διακοπή,διάλειμμα,ανάπαυση,αναστολή,παύση,διακοπή
συνέχεια,αντοχή,επιμονή,Πρόοδος,επέκταση,παράταση
breath => Αναπνοή, breastwork => προμαχώνας, breastsummer => Breastsummer, breaststroker => Προσθιοκωπητής, breaststroke => Κολύμβηση πρόσθιο,