FAQs About the word boycotted

μποϊκοταρισμένος

of Boycott

μαυροπινακισμένος,μελαμψός

ασχολήθηκα,διαπραγματευμένος,εμπορεύεται,Εμπορευθεί,δημοπρατημένος,Διαπραγματεύομαι,ανταλλάχθηκε,ανταλλάχθηκε,πουλήθηκε ξανά,ανταλλάχθηκε

boycott => μποϊκοτάζ, boyaux => σπλάχνα, boyaus => έντερα / σπλάχνα, boyau => έντερο, boyard => Μπογιάρος,