Greek Meaning of bolshevism

Μπολσεβικισμός

Other Greek words related to Μπολσεβικισμός

Definitions and Meaning of bolshevism in English

Wordnet

bolshevism (n)

Soviet communism

FAQs About the word bolshevism

Μπολσεβικισμός

Soviet communism

συλλογικότητα,κομμουνισμός,Λενινισμός,Φιλελευθερισμός,Μαρξισμός,σοβιετισμός,σταλινισμός,Φασισμός,Αριστερισμός,απόλυτη μοναρχία

Δημοκρατία,ελευθερία,Αυτονομία,Αυτοδιάθεση,αυτοδιοίκηση,Αυτοδιοίκηση,Αυτοδιοίκηση,Κυριαρχία,κυριαρχία

bolshevise => μπολσεβίκος, bolshevik => Μπολσεβίκος, bolsa => τσάντα, boloney => ανοησίες , bolometric => βολόμετρο,