FAQs About the word blatting

επίστρωση

blab, to cry like a calf or sheep, to utter loudly or foolishly, to make a raucous noise

βρυχηθμός,αναφωνώντας,βρυχιό,φώνας,ανοίγω το στόμα μου και τα λέω,κεραυνοβολία,(κλαίγοντας),φώναγμα,ουρλιαχτό,ααα

No antonyms found.

blatted => χτυπημένος, blats => κατσαρίδες, blathers => κουτοπόνηρος, blathering (on) => ανοησίες, blatherer => Φλύαρος,