Greek Meaning of becalmed
ήρεμος
Other Greek words related to ήρεμος
- ηρεμημένος
- Ηρεμος
- συντεθειμένος
- Γαλήνεψε
- ησυχασμένος
- κατευνασμένος
- σιωπηλός
- ησύχασε
- χαλαρός
- ανακουφισμένος
- ήρεμος
- εγκαταστημένος
- ησυχασμένο
- ηρεμισμένος
- ηρεμισμένο
- κατέστειλε
- ανακουφισμένο
- ηρεμεί
- συμφιλιωμένος
- ανακουφισμένος
- τοποθετημένο
- νανούρισμα
- μετριασμένος
- κατευνασμένος
- ειρηνευμένος
- κατευνασμένος
- κατέστειλε
- ηρεμισμένος
- παρηγορημένος
- έκθαμβος
Nearest Words of becalmed
Definitions and Meaning of becalmed in English
becalmed (s)
rendered motionless for lack of wind
becalmed (imp. & p. p.)
of Becalm
FAQs About the word becalmed
ήρεμος
rendered motionless for lack of windof Becalm
ηρεμημένος,Ηρεμος,συντεθειμένος,Γαλήνεψε,ησυχασμένος,κατευνασμένος,σιωπηλός,ησύχασε,χαλαρός,ανακουφισμένος
ταραγμένος,ανήσυχος,διαταραγμένος,ταραγμένος,αναστατωμένος,ενοχλημένος,επιβαρυντική,διεγερμένος,αναστατωμένος,ενθουσιασμένος
becalm => Ηρεμώ, bebung => μπουντούμ, bebop => μπιμπόπ, beblubber => τραυλίζω, beblot => Μπεμπλότ,