Greek Meaning of after-glow

απολάμψη

Other Greek words related to απολάμψη

Definitions and Meaning of after-glow in English

Webster

after-glow (n.)

A glow of refulgence in the western sky after sunset.

FAQs About the word after-glow

απολάμψη

A glow of refulgence in the western sky after sunset.

afterclap,μετασεισμός,κατάληξη,Ηχώ,συνέπειες,υπόνοια,αντίκτυπος,παρενέργεια,Λύση,παρενέργεια

βάση,επειδή,εξέταση,παράγοντας,περίσταση,λόγος,προηγούμενο,βάση,αιτιότητα,θεμέλιο

afterglow => λυκόφως, aftergame => μετά το παιχνίδι, aftereye => δυσμενής συνέπεια, aftereffect => επακόλουθο, after-eatage => Μετά το φαγητό,