Greek Meaning of venally
δωροληπτικά
Other Greek words related to δωροληπτικά
- Φθαρτός
- δωροδοκήσιμος
- κατεστραμμένο
- στρεβλός
- ανέντιμος
- μισθοφόρος
- αγοράσιμος
- κακός
- αδίστακτος
- κατευνασμένος
- διεφθαρμένος
- εκφυλισμένος
- Υποβαθμισμένο
- Αποθαρρυμένος
- διεστραμμένος
- διασκορπισμένος
- διεφθαρμένος
- κακός
- χάκινγκ
- ανήθικος
- άδικος
- Μακιαβελικός
- ποταπός
- διεστραμμένος
- διεστραμμένος
- άσωτος
- αμαρτωλός
- ύπουλος
- δελεαστικός
- ανήθικος
- Ανήθικος
- Ασυνείδητος
- Αδίστακτος
- κακός
- στραβός
- κακός
Nearest Words of venally
- venality => δωροληψία
- venal => δωρολήπτης
- venae sclerales => Σκληρές φλέβες
- venae renis => νεφρικές φλέβες
- venae pudendum => Φλέβα του αιδοίου
- venae portae => Πυλαία φλέβα
- venae pancreatica => φλέβες παγκρέατος
- venae palpebrales => Φλέβες των βλεφάρων
- venae meningeae => φλέβες των μηνιγγών
- venae labiales posteriores => Φλέβες του οπισθίου αιδοίου
Definitions and Meaning of venally in English
venally (r)
in a corrupt and deceitful manner
venally (adv.)
In a venal manner.
FAQs About the word venally
δωροληπτικά
in a corrupt and deceitful mannerIn a venal manner.
Φθαρτός,δωροδοκήσιμος,κατεστραμμένο,στρεβλός,ανέντιμος,μισθοφόρος,αγοράσιμος,κακός,αδίστακτος,κατευνασμένος
ηθικός,ειλικρινής,αδιάφθορος,ηθικός,ενάρετος,καλός,Ευσυνείδητος,δίκαιος,συνειδητός,κατακόρυφος
venality => δωροληψία, venal => δωρολήπτης, venae sclerales => Σκληρές φλέβες, venae renis => νεφρικές φλέβες, venae pudendum => Φλέβα του αιδοίου,