FAQs About the word unfoldment

ανάπτυξη

The acct of unfolding, or the state of being unfolded.

επεκτείνω,επεκτείνω,ανοιχτό,ξεδιπλώνω,ανεμιστήρας (εξωτερικός),φλόγα (έξω),απλωμένος,εκτείνω,(εξαπλώνω),τεντώνω (εαυτόν)

κοντά,Σύμβαση,διπλώνω,μειώνω,συμπαγής,συμπιέζω,πυκνώνω

unfolding => ξεδιπλώνοντας, unfolder => ξεδιπλώνω, unfold => ξεδιπλώνω, unfocussed => Απροσδιόριστος, unfocused => εστίαση,