Greek Meaning of ultraconvenient

εξαιρετικά βολικός

Other Greek words related to εξαιρετικά βολικός

Definitions and Meaning of ultraconvenient in English

ultraconvenient

very easy to do, use, or access, extremely or extraordinarily convenient

FAQs About the word ultraconvenient

εξαιρετικά βολικός

very easy to do, use, or access, extremely or extraordinarily convenient

Προσβάσιμο,κοντά,κατάλληλος,πρακτικός,κοντά,κοντά,νύχτα,παρακείμενος,γειτονικός,προσιτός

μακρινό,απρόσιτος,ενοχλητικός,απομακρυσμένος,Απρόσιτος,άθικτος,μακριά,μακριά,αφαιρέθηκε,Απροσέγγιστος

ultraconservatism => υπερσυντηρητισμός, ultracompetent => υπερικανοποιημένος, ultracold => πολύ κρύο, ultraclean => Εξαιρετικά καθαρός, ultrachic => υπέρκομψος,