Greek Meaning of tangibles
Ενσώματα πάγια
Other Greek words related to Ενσώματα πάγια
- κτήμα
- ιδιοκτησία
- πράγματα
- θησαυροί
- πολύτιμα αντικείμενα
- Αντικείμενα
- ομόλογο
- κινητά πράγματα
- εγγύηση
- Σύμβαση
- συμφωνία
- επιδράσεις
- αγαθά
- εγγύηση
- εγγύηση
- Συμμετοχές
- κινητά πράγματα
- Προσωπικότητα
- Ασφάλεια
- εγγύηση
- εγγύηση
- διαβεβαίωση
- συμφωνία
- κατάθεση
- Φαβορίτες
- γρανάζι
- Κινητά πράγματα
- Εξοπλισμός
- πιόνι
- Προσωπικά αντικείμενα
- Προσωπική περιουσία
- υπόσχεση
- λεηλασία
- κατοχή
- πράγματα
Nearest Words of tangibles
Definitions and Meaning of tangibles in English
tangibles
capable of being precisely identified or realized by the mind, capable of being understood and appreciated, capable of being touched, something tangible, substantially real, capable of being perceived especially by the sense of touch, capable of being appraised at an actual or approximate value, something that is tangible (see tangible entry 1), an asset capable of being appraised at an actual or approximate value
FAQs About the word tangibles
Ενσώματα πάγια
capable of being precisely identified or realized by the mind, capable of being understood and appreciated, capable of being touched, something tangible, substa
κτήμα,ιδιοκτησία,πράγματα,θησαυροί,πολύτιμα αντικείμενα,Αντικείμενα,ομόλογο,κινητά πράγματα,εγγύηση,Σύμβαση
No antonyms found.
tangents => εφαπτόμενες, tandems => τάνδεμ, tampering (with) => παραποίηση (чего), tampered (with) => παραποιημένο (με), tamper (with) => παραποιώ (με),