FAQs About the word tamper (with)

παραποιώ (με)

to change or touch (something) especially in a way that causes damage or harm

ασχολούμαι με,κοροϊδεύω (κάποιον),πειράζω (κάποιον),παίζω με,πειράζω,(παίζω με),παραποιώ,παίζω (με),χειρίζομαι,πίθηκος (με)

No antonyms found.

tall ships => Ψηλά πλοία, tall ship => Ψηλό καράβι, talks over => μιλάει, talks out => μιλά δυνατά, talks (about) => μιλάει (για),