FAQs About the word surprisingly

εκπληκτικά

in a surprising manner, in an amazing manner; to everyone's surprise

καταπληκτικά,εκπληκτικά,Καταπληκτικά,εκπληκτικά,απροσδόκητα,ασυνήθιστα,σοκαριστικά,ξαφνικά,απροόπτως,σπάνια

συνήθως,αναμενόμενα,φανερά,συνήθως,Όπως ήταν αναμενόμενο

surprising => εκπληκτικό, surpriser => εκπληκτικός, surprisedly => έκπληκτος, surprised => έκπληκτος, surprise attack => αιφνιδιαστική επίθεση,