Greek Meaning of subsoil

υπέδαφος

Other Greek words related to υπέδαφος

Definitions and Meaning of subsoil in English

Wordnet

subsoil (n)

the layer of soil between the topsoil and bedrock

FAQs About the word subsoil

υπέδαφος

the layer of soil between the topsoil and bedrock

επίχωση,κολλούβιο,χούμους,αργιλώδες έδαφος,αιολικό χώμα |,Μαρμαρόχωμα,ίζημα,Ιλύς,υπόστρωμα,επιφανειακό έδαφος

No antonyms found.

subsister => επιβιώνω, subsistence farming => Αυτοσυντήρηση, subsistence department => τμήμα συντήρησης, subsistence => διαβίωση, subsist => επιβιώνω,