Greek Meaning of staginess

θεατρικότητα

Other Greek words related to θεατρικότητα

Definitions and Meaning of staginess in English

Wordnet

staginess (n)

an artificial and mannered quality

FAQs About the word staginess

θεατρικότητα

an artificial and mannered quality

δραματικός,θεατρικός,θεατρικός,περίτεχνος,υπερβολικός,χάμμι,υστερικός,Μελοδραματικός,staged,υποκριτικός

συντηρητικός,αглуτισμένος,μη δραματικός,συγκρατημένος,ήρεμος,ήρεμος (κάτω),ανεπηρέαστος,ήπιος,ανεπιτήδευτος,διακριτικός

stagily => θεατρικός, staghound => λαγωνικό, staghorn sumac => Ξινόδενδρο, staghorn moss => Αγριόλαχανο, staghorn fern => Φτέρη κεράτων ελαφιού,