FAQs About the word stagnation

Στασιμότητα

a state of inactivity (in business or art etc), inactivity of liquids; being stagnant; standing still; without current or circulation

κατάθλιψη,ύφεση,πτώση,πανικός,προτομή,σύγκρουση,ρεύμα καθόδου,Καθοδική τάση,πτωτική τάση ,πτώση

ανάπτυξη,ανάπτυξη,Πρόοδος,πρόοδος,ανάκαμψη,άνθηση

stagnate => στασιμότητα, stagnant hypoxia => Υπόξια στάσιμης κατάστασης, stagnant anoxia => Στασιμη ανόξυα, stagnant => Στάσιμος, stagnancy => Στασιμότητα,