FAQs About the word squeezer

στίφτης

a kitchen utensil for squeezing juice from fruit

μεζούρα,εκφράζω,απόσπασμα,πουρές,Τύπος,Εξώθηση,ψίχα,πουρές,ρήμα

αποσυμπιέζω,επεκτείνω,ανοιχτό,απλωμένος,διαστέλλομαι,διασπείρω,διαλύω,διαστείλω,φουσκώνω,εκτείνω

squeeze play => squeeze play, squeeze out => βγάζω με το ζόρι, squeeze for => σφίγγω, squeeze by => τσακίζω, squeeze box => ακορντεόν,