Greek Meaning of smiter

χτυπητής

Other Greek words related to χτυπητής

Definitions and Meaning of smiter in English

Webster

smiter (n.)

One who smites.

FAQs About the word smiter

χτυπητής

One who smites.

μπανγκ,νυχτερίδα,χειροκρότημα,χτύπημα,χτυπάω,γροθιά,χτύπημα,Χαστούκι,χαστούκι,Απεργία

No antonyms found.

smite => τιμωρεί, smit => Σμιτ, smirky => κοροϊδευτικό χαμόγελο, smirkingly => χαμογελώντας ειρωνικά, smirking => χαμογελώντας,