FAQs About the word sheered

κουρεμένο

of Sheer

αποκλίνων,έγνεψε,στρεμμένος,στράφηκε,παρακάμψει,διαφοροποιήθηκε,αποφεύγω,απενεργοποιημένο,με ρόδες,διπλασιασμένο (πίσω)

ίσιωσε

sheer => διάφανος, sheepy => πρόβατοειδής, sheepwalk => βοσκότοποι, sheep-tick => Καρπατίνα, sheepsplit => Sheepsplit,