Greek Meaning of servitor
υπηρέτης
Other Greek words related to υπηρέτης
- μπάτλερ
- υπηρέτης
- Πόδας
- γαμπρός
- Υπηρέτρια
- υπηρέτης
- Υπηρέτης
- ακολούθησε
- Μαγιορδόμος
- Υπηρέτης
- υπηρέτης
- Υπάλληλος καμπίνας
- Υπηρέτης
- βοηθός
- Συμμετέχων
- καθημερινός
- Εσωτερικός
- Φακτότουμ
- υπηρέτης
- υπηρέτης
- Ακόλουθος
- θεραπαινίδα
- Οικονόμος
- οικιακή βοηθός
- κυρία επί των τιμών
- υπηρέτρια
- υπηρέτρια
- άντρας
- ασήμαντος
- retainer
- υπηρέτρια
- Γυναίκα
- σύντροφος
- δούλος
- δουλεία
- αγγελιοφόρος
- Γκόφερ
Nearest Words of servitor
Definitions and Meaning of servitor in English
servitor (n)
someone who performs the duties of an attendant for someone else
FAQs About the word servitor
υπηρέτης
someone who performs the duties of an attendant for someone else
μπάτλερ,υπηρέτης,Πόδας,γαμπρός,Υπηρέτρια,υπηρέτης,Υπηρέτης,ακολούθησε,Μαγιορδόμος,Υπηρέτης
κύριος,Αφεντικό,Καπετάνιος,αρχηγός,Εργοδηγός,κεφάλι,ηγέτης,Πρόεδρος χωριού,πηδαλιούχος,αρχηγός
servite => Σερβίτε, serving girl => σερβιτόρα, serving dish => Πιατέλα σερβιρίσματος, serving cart => Τραπέζι σερβιρίσματος, serving => σερβίρισμα,