Greek Meaning of sellable

πωλητό

Other Greek words related to πωλητό

Definitions and Meaning of sellable in English

Wordnet

sellable (s)

fit to be offered for sale

FAQs About the word sellable

πωλητό

fit to be offered for sale

ακριβός,Εμπορεύσιμα,Κερδοφόρος,εμπορεύσιμο,εμπορεύσιμο,πολύτιμος,εμπορικός,δαπανηρός,καλό,Εμπορεύσιμο

κατεστραμμένος,Ακατάλληλο για εμπόριο,μη πωλήσιμο,άπωλητο,κακός,φτηνός,κατώτερος,ακατάλληλος προς πώληση,φθαρμένος,Κατώτερος του επιπέδου

sell up => πουλήσω τα πάντα, sell someone out => Καταδίδω, sell short => Πώληση με κάλυψη, sell out => εξαντληθεί, sell off => ξεπούλημα,