Greek Meaning of self-abnegating

αυτοθυσιαστικός

Other Greek words related to αυτοθυσιαστικός

Definitions and Meaning of self-abnegating in English

Wordnet

self-abnegating (s)

used especially of behavior

FAQs About the word self-abnegating

αυτοθυσιαστικός

used especially of behavior

εγκρατής,ασκητής,ασκητικός,εγκρατής,εγκρατής,ήπειρος,αυτοθυσία,νηφάλιος,εύκρατο,αυστηρός

λαιμαργός,Ταιριαστός,Ηδονιστικός,αρπακτικό,εγωιστικός,συβαριτικός,άπληστος,Αυτοϊκανοποιημένος,Κυρηναϊκός,ηδονιστής

self-abhorrence => Αυτοαποτροπιασμός, self-abasing => εξευτελιστικός, self-abasement => ταπείνωση, self-abased => ταπεινός, self acceptance => αυτοαποδοχή,