FAQs About the word seeing red

Βλέποντας κόκκινο

a state of irritation or annoyance

βράζω,καίγοντας,αφρώδης,έξαλλος,Τρέμουλο,Ατμός,θυελλώδης,αναστάτωση,φλόγισμα (προς τα πάνω),φουμάρισμα

No antonyms found.

seeing eye dog => σκύλος-οδηγός, seeing (conj. => βλέποντας (σύνδεσμ.) **seeing (conj., seeing => βλέποντας, seeger => Σίγκερ, seedy => ξεπεσμένος,