Greek Meaning of purring
γουργούρισμα
Other Greek words related to γουργούρισμα
- αναπνοή
- κελάηδισμα
- συζήτηση
- αργός
- λαχανιάζοντας
- αναζητώντας
- εκφορά
- γογγύζοντας
- παροιμία
- διαμοιρασμός
- φώνας
- μιλώντας
- ξεχύνοντας
- ομιλώντας
- εκφώνηση
- φωνοποιώντας
- φωνή
- ψίθυρος
- ψελλισμός
- διαφημίσεις
- επιβεβαιωτικός
- αερισμός
- ανακοινώνω
- αρθρώνω
- ισχυριζόμενος
- φλεγόμενος
- ξεφυσώντας
- κεραυνοβολία
- εκπομπή
- δηλώνοντας
- εκφορά
- Giving = Δίνοντας
- Κραγιόν
- περνώντας
- καταχώρηση
- δημοσιοποίηση
- έκδοση
- ήχος
- λέγοντας
- αερισμός
- εξαερισμός
- λεκτικοποίηση
- Μπλα μπλα
- βγάζοντας προς τα έξω
- κατεβαίνω
- διακηρύσσοντας
- εκδίδοντας
- γρυλίζοντας
- δηλώνοντας
- ισχυριζόμενος
- ισχυριζόμενος
- εγγυητής
- ομολογώντας
- ρούχα
- διατύπωση
- Διατύπωση
- διατύπωση
- θέση
- σχολιάζοντας
- Διατύπωση
- σχολιάζοντας
- ξαπλωμένος
- σκίζοντας (έξω)
Nearest Words of purring
Definitions and Meaning of purring in English
purring
a low murmuring sound of a contented cat, to speak in a manner that resembles a purr, a low vibratory murmur typical of an apparently contented or pleased cat, to make a purr or a sound like a purr, to speak in a malicious catty manner
FAQs About the word purring
γουργούρισμα
a low murmuring sound of a contented cat, to speak in a manner that resembles a purr, a low vibratory murmur typical of an apparently contented or pleased cat,
αναπνοή,κελάηδισμα,συζήτηση,αργός,λαχανιάζοντας,αναζητώντας,εκφορά,γογγύζοντας,παροιμία,διαμοιρασμός
No antonyms found.
purred => γουργούρισμα, purposively => σκόπιμα, purposing => σκοπεύοντας, purposes => σκοποί, purposed => προοριζόμενο,