Greek Meaning of prosaist
Πεζογράφος
Other Greek words related to Πεζογράφος
- Βάρδος
- θεατρικός συγγραφέας
- δοκιμιογράφος
- Δημοσιογράφος
- θεατρικός συγγραφέας
- ποιητής
- Πεζογράφος
- Πεζός λόγος
- σεναριογράφος
- Σεναριογράφος
- Βιογράφος
- Μπλόγκερ
- Αρθρογράφος
- μυθοπλάστης
- μυθιστοριογράφος
- μνημείο
- εφημεριδογράφος
- μυθιστοριογράφος
- φυλλάδα , φυλλάδα
- Παράγραφος
- ρεπόρτερ
- ριμοδότης
- Στιριογράφος
- Σεναριογράφος
- Αθλητικογράφος
- Αφηγητής
- στιχοποιός
- Συγγραφέας
- Συνεργάτης
- μυθιστοριογράφος
- Νεγρας
- αγιογράφος
- Χαφιές
- Απομνημονευματογράφος
- ρομαντικός
- γραφιάς
- φρασεολόγος
Nearest Words of prosaist
Definitions and Meaning of prosaist in English
prosaist
a prosaic person, a prose writer
FAQs About the word prosaist
Πεζογράφος
a prosaic person, a prose writer
Βάρδος,θεατρικός συγγραφέας,δοκιμιογράφος,Δημοσιογράφος,θεατρικός συγγραφέας,ποιητής,Πεζογράφος,Πεζός λόγος,σεναριογράφος,Σεναριογράφος
Μη συγγραφέας
pros => πλεονεκτήματα, proroguing => Αναβολή, prorogued => αναβλήθηκε, prorogating => επέκταση, prorogated => παραταθεί,